Saltar al contento

Appendice:Dictionarios/Interlingua-greco/a

De Wiktionario

Interlingua-Greco


a pena - καθολου

a, ad - εις, παρα, να

ab - απο

abandonar - αφινω

abassar - βυθιζω

abbreviar - μικραινω

abonar se - γινομαι συνδρομητης

absente - απων

absolute - απολυτος

absorber - απορροφω

absurde - απιθανος

abundante - πλουσιοπαροχος

accelerar - επιταχυνω

accender - αναβω

accento - τονισμος, τονος

accentuar - τονιζω

acceptar - παραδεχομαι

accidente - ατυχημα

accompaniar - συνοδευω

accordo - συμβαση

de accordo - συμφωνοι

accostumar - συνηθιζω

accrescer - αυξανω

accusar - κατηγορω

acido - οξυ

aciero - ατσαλι

action - πραξη, ενεργεια

active - ενεργος

acto - μεμονωμενη πραξη

actual - επικαιρος

acute - ακαριαιος

adaptar - προσαρμοζω

adder - προσθετω

addition - προσθεση

addormir se - αποκοιμουμαι

adeo - στο καλο

adjectivo - επιθετο

adjunger - προσκολλω

adjuta - βοηθεια

admirar - θαυμαζω

admitter - επιτρεπω

admoner - προκαλω

adoptar - αναδεχομαι

adorar - ικετευω

adresse - διευθυνση

adulto - ενηλικος

advertir - προειδοποιω

advocar - προσκαλω

aere - αηρ, αερας

affabile - φιλικος

affaire - υποθεση, σπουδαιοτητα

affamar - κυριευω δια λιμου

affection - προσειλητισμος

affin - συγγενεια

affirmar - αγκρινω

agentia - πρακτορειο

ager - ενεργω

aggrandir - μεγενθυνω

agitar - ξεσηκωνω

agradabile - ευχαριστος

agro - αγρος

agulia - βελονα

al = a + le - εις τον = στον

ala - φτερουγα

alacre - βιαστικος

albergo - στεγη, ξενωνας

alco, alique - καμποσο

alcun, alicun - μερικος

alien - ξενος

alimentari - τροφιμα

alimento - τροφιμο

allegre - χαρουμενος

al minus - τουλαχιστον

alora - τοτε

alte - υψηλος

altere - αλλος

alterubi - αλλου

altitude - υψος

alto (in alto) - επανω

amabile - αγαπητοΣ

amar - πικρος

amar - αγαπω

amator - ερασιτεχνης, εραστης

ambe(s) - αμφι-, και τα δυο

ambiente - περιβαλλον

ambir - περιβαλλω

ambular - περιπλανομαι

amical - φιλικος

amico - φιλος

amonta - ποσο

amor - ερως, αγαπη

amusante - διασκεδαστικος

amusar - διασκεδαζω

analphabetismo - αναλφαβητισμος

ancian - αρχαιος, παλιος

ancora - ακομη

anello - δακτηλιδι

angelo - ανγγελος

anglese - Αγγλος

angulo - γωνια

anima - ψυχη

animal - ζωο

anno - ετος, χρονος

annual - ετησιος

annuncio - αγγελια, γνωστοποιηση

anque [anke] - επισης

ansa - χερουλι, λαβη

ante - μπροστα απο

antea - πρωτύτερα

anterior - προσοψη

anti- - εναντιον

antiquate - θαρραλεος

antique - αρχαιος

anxie - αμηχανος

aperir - ανοιγω

aperte - ανοικτος

apparato - συσκευη

apparer - παρουσιαζομαι

appartamento - διαμερισμα

appellar - αποτεινομαι

appello - απαιτηση

appender - τιχοκολλω

appertiner - ανοικω

appetito - ορεξη

applauder - χειροκροτω

applauso - χειροκροτημα

appoio - υποστηριξη

apportar - υποστηριζω

appreciar - εκτιμω

apprehension - ανησυχια

apprender - μαθαινω

approbar - προτιμω

approchar - πλησιαζω

apte - καταλληλλος

apud - διπλα

aqua - νερο, υδωρ

aqua mineral - μεταλλικο νερο

arbore - δεντρο

architecto - αρχητεκτων

architectura - αρχητεκτονικη

arco - τοξο

arder - καιγομαι, πυρωνω

ardor - καψα

area - επιφανεια

argento - αργυρος

argilla - αργυλος

argumento - επιχειρημα

arma - οπλο

armea - στρατος, στρτια

arrangiar [-anjar] - τακτοποιω

arrestar - σταματω, κρατω

arrivar - καταφθανω

arrivata - ελευση, φτασιμο

arte - τεχνη

articulo - αρθρο

artificial - τεχνητος

ascender - αναβαθμιζω

ascoltar - ακουω με προσοχη

asino - ονος, γαιδουρι

assatis - αρκετα

assecurar - διασφαλιζω

assemblea - συναντηση

assi - ετσι

association - σωματειο

astro - αστρο, αστερι

atroce - αγριος

attacco - επιθεση

attachar [-shar] - προσαρτιζω

attender - αναμενω

attention - προσοχη

attentive - προσεκτικος

atterrar - προσγειωνομαι

attinger - πλησιαζω

attraction - ελξη

attractive - ελκυστικος

attreher - ελκυω

audir - ακουω

auditorio - ακροατηριο

augmentar - πληθαινω

aure - αυτι

auro - χρυσος, χρυσαφι

authentic - αυθεντικος, γνησιος

auto(mobile) - αυτοκινητο

autobus - λεωφορειο

autor - συγγραφεας

autoritate - υπηρεσια

autumno - φθινοπωρο

auxiliar - βοηθω, βοηθητικος

avantage [-aje] - πλεονεκτημα

avante - εμπρος

avantiar - προχωρω

avar - φιλαργυρος

ave - πουλι

aventura - περιπετεια

averter - αποστρεφομαι

avion - αεροπλανο

azur - γαλαζιος